Перевод: с греческого на немецкий

с немецкого на греческий

ἐν οἴκοις ἢ 'ν ἀγροῖς

См. также в других словарях:

  • πότερος — έρα, ον, και ιων. τ. κότερος, η, ον, Α Ι. (ερωτ. αντων.) σε ευθείες και πλάγιες ερωτήσεις) 1. ποιος από τους δύο; (α. «οὐκ ἀν γνοίης ποτέροισι μετείη», Ομ. Ιλ. β. «κότερα τούτων αἱρετώτερά ἐστι»; Ηρόδ. γ. «ἐρωτώσης τῆς μητρός, πότερος καλλίων… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»